Χριστοπούλου Έλενα Ψυχολόγος Θεσσαλονίκη
Τα κύρια χαρακτηριστικά είναι ένας επίμονος παράλογος φόβος για καταστάσεις στις οποίες το άτομο μπορεί να είναι εκτεθειμένο στον εξονυχιστικό έλεγχο των άλλων και μια πολύ έντονη επιθυμία για αποφυγή τους. Το άτομο φοβάται ότι μπορεί να συμπεριφερθεί με τρόπο ταπεινωτικό ή ντροπιαστικό. Όταν αναγκάζεται να παρευρεθεί σε μια τέτοια κατάσταση, βιώνει έντονη αγωνία, και γι αυτό προσπαθεί να την αποφύγει. Η αναστάτωση είναι έντονη ως πηγή άγχους και αναγνωρίζεται από το άτομο υπερβολική και παράλογη.
Επίσης, το άτομο μπορεί βιώνει ένα γενικότερο ή γενικευμένο άγχος, όταν φοβάται την κριτική που θα του ασκήσουν οι άλλοι σε ποικίλες κοινωνικές καταστάσεις.
Παραδείγματα Κοινωνικής Φοβίας είναι ο φόβος κάποιου να μιλήσει ή να παρευρεθεί μπροστά σε κοινό, να χρησιμοποιήσει δημόσιες τουαλέτες, να φάει σε μέρη με κόσμο, να γράψει μπροστά σε άλλους.
Το άτομο με κοινωνική φοβία σκέφτεται ότι στις κοινωνικές συναναστροφές του αποτελεί το επίκεντρο της προσοχής, ότι οι γύρω του παρατηρούν και σχολιάζουν αρνητικά τα λόγια του, τις πράξεις του και γενικά την παρουσία του, γεγονός που του προκαλεί άγχος και ντροπή. Έτσι, μαθαίνει να αποφεύγει την κοινωνική αλληλεπίδραση, καθώς έτσι ανακουφίζεται από το έντονο άγχος που βιώνει. Μέσα από την αποφυγή όμως μακροπρόθεσμα δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος, που διογκώνει το πρόβλημα και συντηρεί τη δυσκολία του.
Η Γνωστική – Συμπεριφοριστική Θεραπεία έχει ως στόχο την αντικατάσταση των δυσλειτουργικών αυτών σκέψεων του ατόμου με ρεαλιστικές μέσα από τον αντικειμενικό έλεγχο της πραγματικότητας. Μέσα από τη θεραπεία το άτομο μαθαίνει να χρησιμοποιεί τεχνικές που το βοηθούν να αντιμετωπίζει το άγχος του και να τροποποιήσει τον τρόπο σκέψης του και τη συμπεριφορά του. Μια σημαντική τέτοια τεχνική είναι η τεχνική της χαλάρωσης, όπου το άτομο μαθαίνει να διαχειρίζεται το άγχος του και να το διατηρεί σε ανεκτά για το ίδιο επίπεδα. Μια άλλη τεχνική είναι η έκθεση, όπου το άτομο μαθαίνει να έρχεται σε επαφή με την κατάσταση που του προκαλεί άγχος ακολουθώντας μικρά διαδοχικά βήματα.
Το άτομο μαθαίνει σταδιακά να μην αποφεύγει τις κοινωνικές περιστάσεις που τον αγχώνουν και να επιδιώκει την κοινωνική συναναστροφή. Αντί να φύγει μαθαίνει να αντιμετωπίζει την κατάσταση που του προκαλεί άγχος και να τροποποιεί ανάλογα τη συμπεριφορά του, π.χ. μένω και κοιτώ το συνομιλητή μου στα μάτια παρότι νιώθω ότι έχω ταχυπαλμία, συνεχίζω να μιλάω παρότι κομπιάζω, κλπ. Μαθαίνει να αναγνωρίζει τις επιτυχίες του και να επιβραβεύει τον εαυτό του, γνωρίζοντας ότι η επίτευξη κάθε μικρού στόχου είναι ένα βήμα πιο κοντά στην απαλλαγή του από την κοινωνική φοβία.
Η συνειδητή απόφαση και προσπάθεια από το ίδιο το άτομο για να ξεπεράσει το πρόβλημά του αποτελεί μια καλή αρχή, όμως δεν υποκαθιστά την οργανωμένη θεραπευτική αντιμετώπιση μέσα από τη συνεργασία με κάποιον ειδικό.